Με την έλευσή του το 2024 άνοιξε μία πόρτα στο πολύ μακρύ παρελθόν, την οποία στο εξής μπορούν να διαβούν οι πολίτες και να φτάσουν έως και 2300 χρόνια πίσω. Στο υπερυψωμένο τμήμα της πλαγιάς της Βεργίνας, «προσκυνητές της ιστορίας» θα μπορούν πλέον να ξεναγούνται στο Ανάκτορο του Φιλίππου B’ στις Αιγές, το οποίο εγκαινιάζεται σήμερα από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και από την ερχόμενη Κυριακή θα είναι ανοιχτό για το κοινό.
Μετά από 16 χρόνια εργασιών αναστήλωσης, συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης, ανασκαφής και τεκμηρίωσης του τεράστιου τεχνικού έργου, το μεγαλύτερο οικοδόμημα που έχει δει η κλασική αρχαιότητα, αυτό που ο καθηγητής Βόλφραμ Χέφνερ (Wolfram Hoepfner) είχε χαρακτηρίσει «Παρθενώνα της Μακεδονίας» και στο οποίο μέσα, χωράει τρεις φορές ο Παρθενώνας, παραπέμπει ξανά στην αρχική του εικόνα.
Το πιο λαμπρό οικοδόμημα της Μακεδονίας, ανοίγει τις πύλες του στον κόσμο για να θυμίσει κάποιες από τις ένδοξες στιγμές του:
Την ανέγερσή του στα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα από τον Φίλιππο Β’ με σκοπό να ορίσει την εικόνα του νέου κόσμου… «Εγώ ο ηγεμόνας και ο κόσμος μου συνυπάρχουμε σε αυτό το κτίριο, το ανάκτορο των Αιγών», είχε πει χαρακτηριστικά, δικαιολογώντας την ιδέα που τον οδήγησε στη δημιουργία της πόλης και του ανακτόρου.
Εκεί οργάνωσε και μεταρρύθμισε το βασίλειο των Μακεδόνων και προετοίμασε το έδαφος γι’ αυτό που συνέβη στη συνέχεια με τον γιο του Αλέξανδρο, που δημιούργησε την οικουμένη.
Εκεί ανακηρύχθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος βασιλιάς το 336 π.Χ., μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Οι ίδιες κολώνες που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης, είναι αυτές που «άκουσαν» τους Μακεδόνες να χτυπούν θριαμβικά με τα δόρατα τις ασπίδες τους, καθώς φώναζαν ρυθμικά το όνομά του.
Με αφετηρία το ίδιο σημείο, μόλις δύο χρόνια αργότερα, έγινε το ξεκίνημα της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου για τα βάθη της Ανατολής, όπου μαζί με τους δεκάδες χιλιάδες οπλίτες και ιππείς, κουβάλησαν μαζί τους στην άκρη του κόσμου την εικόνα της κλασικής Ελλάδας, της Μακεδονίας, των Αιγών.
Στα μέσα του 2ου προχριστιανικού αιώνα το ανάκτορο καταστράφηκε παραδειγματικά, μετά την οριστική κατάλυση του βασιλείου από τους Ρωμαίους του Μέτελλου, το 148 π.Χ.
Ό,τι απέμεινε από τη λιθαρπαγή, που συνεχίστηκε για αιώνες, αποκαλύφθηκε με την ανασκαφή που ξεκίνησε το 1865 και συνεχίστηκε τον 20ό αιώνα, τη δεκαετία του 1930 και τις δεκαετίες του 1950-1960. Τα σημερινά εγκαίνια σηματοδοτούν την «ανάσταση» του μνημείου.
«Το μεγαλύτερο μνημείο στον ελλαδικό χώρο, που καταλαμβάνει 15.000 τ.μ. και μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο του φτάνει στις 25.000 τ.μ., στην ουσία δεν υπήρχε», δήλωσε πρόσφατα σε συνέντευξή της στον ΣΚΑΙ 100.3 η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, εξηγώντας ότι μέχρι το 2007 που ξεκίνησε δειλά, αλλά αποφασιστικά, η αναστήλωση του συγκεκριμένου μνημείου, δεν φαινόταν τίποτα. «Δεν είχαμε δηλαδή ένα μνημείο το οποίο σωζόταν εν μέρει στην τρίτη του διάσταση. Ήταν ένα μνημείο που είχε τα μέλη του διάσπαρτα σε μια μεγάλη ακτίνα, γύρω από τον βασικό του πυρήνα, αλλά ήταν στην πραγματικότητα επίπεδο», είπε χαρακτηριστικά.
Η αρχαιολόγος Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη έως το τέλος του 2023 της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας, είναι αυτή που θα ξεναγήσει τον πρωθυπουργό. Η ίδια αφήνει πίσω της ένα σπουδαίο έργο στη βασιλική πρωτεύουσα των Μακεδόνων, τις Αιγές. Πλέον ο επισκέπτης μπορεί να ξεναγηθεί στο Μουσείο των Αιγών, κάνοντας ένα πρώτο βήμα στην ιστορία της Μακεδονίας και στον κόσμο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στη συνέχεια μπορεί να δει τους βασιλικούς τάφους, μία ολόκληρη νεκρόπολη 500 στρεμμάτων με 540 τύμβους. Ενώ επιπλέον, στο εξής θα μπορεί να επισκεφτεί και το ανάκτορο του Φιλίππου για να κατανοήσει ολοκληρωμένα την ατμόσφαιρα της αρχαιότητας.
«Το ανάκτορο δεν είναι σπίτι, δεν ήταν ποτέ σπίτι. Πρόκειται για το κέντρο της πολιτικής, θρησκευτικής, δικαστικής και στρατιωτικής εξουσίας του Φιλίππου του Β’. Αυτός πήρε τους θεσμούς των πόλεων του νότου, δηλαδή την αυτοδιοικούμενη πόλη με Βουλή και Δήμο, και τους μπόλιασε στην ιδέα του βασιλείου. Έτσι, άρχισε να δημιουργεί πόλεις στις οποίες μαζεύονταν πληθυσμοί και παραχωρούνταν κλήροι», είχε δηλώσει παλιότερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αγγελική Κοτταρίδη.
«Κτίριο λιτό και λειτουργικό και συγχρόνως μνημειακό και επιβλητικό, το αρχετυπικό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από την πολυτέλεια των υλικών, την εφευρετικότητα και την τελειότητα της εκτέλεσης, τα απροσδόκητα επιτεύγματα της τεχνολογίας και, συγχρόνως, από τη γεωμετρική καθαρότητα της φόρμας που διαμορφώνει ένα σύνολο απαράμιλλης ηρεμίας, κομψότητας και αρμονίας, όπου όλα υποτάσσονται στη γοητεία του μέτρου», αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού.
«Με το μνημειώδες πρόπυλο, που παραπέμπει σε ιερό, τις εντυπωσιακές διώροφες στοές της πρόσοψης που ανοίγονται στην πόλη και προσκαλούν τους πολίτες να κάνουν χρήση του χώρου τους, το μέγα περιστύλιο, γύρω από το οποίο οργανώνονται οι χώροι των συμποσίων, τη θόλο που σύμφωνα με τις επιγραφές ήταν ιερό του Πατρώου Ηρακλή, τη βιβλιοθήκη/αρχείο και το μικρότερο δυτικό περιστύλιο που εξυπηρετούσε βοηθητικές χρήσεις (παλαίστρα κλπ.) το «βασίλειον» καθίδρυμα των Αιγών στέγαζε όλες εκείνες τις δομές που ήταν απαραίτητες για την άσκηση της πολυεπίπεδης δημόσιας εξουσίας. Με 16 δωρικούς κίονες σε κάθε πλευρά του, το μέγα περιστύλιο των Αιγών, που εικονοποιεί την έννοια του τετραγώνου, είναι το πρώτο του είδους του. Έχοντας έκταση 4.000 τ.μ., χωρούσε τουλάχιστον 8.000 άτομα και μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος συνάθροισης των Μακεδόνων. Ο τόπος συνάθροισης των πολιτών παίρνει εικόνα αυλής και η λέξη “ αυλή” γίνεται συνώνυμη με την έννοια της βασιλείας», συνεχίζει η ανακοίνωση.
Το έργο συντήρησης, στερέωσης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του μνημείου που πραγματοποιήθηκε από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας με αυτεπιστασία. Διήρκεσε από το 2007 μέχρι το 2023 ως συγχρηματοδοτούμενο έργο διαδοχικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων, με συνολικό προϋπολογισμό 20.300.000 ευρώ.
Επιστημονικά και διοικητικά υπεύθυνη του έργου σε όλες τις φάσεις ήταν η Δρ Αγγελική Κοτταρίδη, αρχαιολόγος και επιβλέποντες της τελικής φάσης ήταν οι: Ολυμπία Φελεκίδου, πολιτικός μηχανικός-αναστηλώτρια, Κική Κυρηττοπούλου, αρχιτέκτων, Εύα Κοντογουλίδου, αρχαιολόγος, Κώστας Τζίμπουλας, συντηρητής αρχαιοτήτων, Γιώργος Κωνσταντινόπουλος, εργατοτεχνίτης. Ο αριθμός των εργαζομένων ΙΔΟΧ κυμάνθηκε από 70-160.
Πηγή Αθήνα 984