‘Ενα σπάνιο, μοναδικό χειρόγραφο που συγκεντρώνει εδώ και χρόνια το ενδιαφέρον όχι μόνο των θεολόγων αλλά και των ιστορικών τέχνης βρίσκεται στο αρχείο της μονής Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη . Είναι ο γνωστός Κώδικας 587 της μονής Διονυσίου και περιλαμβάνει εικόνες από βιβλικές σκηνές και γεγονότα, όπως η Βάπτιση και η Ανάσταση του Χριστού, εικονογραφημένα ευαγγέλια, ιδιότητες από φαρμακευτικά ή δηλητηριώδη φυτά, χειρόγραφα του Σοφοκλή και κωμωδίες του Αριστοφάνη, ακόμη και εγχειρίδια στρατιωτικής τέχνης για τον τρόπο διεξαγωγής των μαχών στο Βυζάντιο. Ο Κώδικας αποκαλύπτει στον ερευνητή και αναγνώστη τους κρυμμένους θησαυρούς που βρίσκονται στα μικροφίλμ, τις μικρογραφίες και τα χειρόγραφα του ιστορικού αρχείου του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών και της Ιεράς Βασιλικής Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Βλατάδων.
Περίτεχνα σχέδια, διακοσμημένα με χρυσό και ζωντανά χρώματα, διαφορετικοί γραφικοί χαρακτήρες, ακόμη και σημαδόφωνα της βυζαντινής μουσικής, παραπέμπουν συνειρμικά στο χώρο όπου δημιουργήθηκαν, τα σκριπτόρια του Αγίου Όρους, τα βιβλιογραφικά εργαστήρια που λειτουργούν αιώνες τώρα στην Ιερά Κοινότητα, με σκοπό την αναπαραγωγή, από τους μοναχούς, αρχείων, κειμένων και χειρογράφων, όχι μόνο εκκλησιαστικού χαρακτήρα αλλά γενικότερου επιστημονικού ενδιαφέροντος, που έχουν πολύτιμη θέση στην παλαιότερη παράδοση του ελληνισμού και θεωρείται απαραίτητη η διάσωσή τους.
Ο κώδικας είναι ένα ευαγγελιστάριο, μια παράθεση των ευαγγελίων σε 175 φύλλα περγαμηνής.
Χρονολογείται από τον 11ο αιώνα και σώζεται σε πάρα πολύ καλή κατάσταση, δεδομένης της ηλικίας του.
Στον Κώδικα 587 ξεχωρίζουν οι 74 εντυπωσιακές μικρογραφίες, οι μορφές αγίων που στέκονται στα καταπληκτικής ομορφιάς πρωτογράμματα και σκηνές, όπως εκείνη της Bάπτισης του Ιησού από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, που απεικονίζεται με έντονο γαλάζιο, χρυσό και κόκκινο χρώμα.
Χρώματα, λεπτομερή σκίτσα και περιγραφές των ιδιοτήτων των βοτάνων και των φαρμακευτικών ή μη φυτών κυριαρχούν στα 292 φύλλα της βοτανικής του φαρμακολόγου Διοσκουρίδη, που σώζεται από τον 12ο αιώνα με τον Κώδικα «Ωμέγα 75» της μονής Μεγίστης Λαύρας.
Εντυπωσιακή είναι η περιγραφή για το κώνειο, ως ένα φυτό που απεικονίζεται με καφέ, μπλε και κόκκινο χρώμα στους καρπούς, αποτελεί φυσικό δηλητήριο με ναρκωτικές ιδιότητες και προκαλεί παράλυση και ανώδυνο θάνατο.
Ανάμεσα στις περιγραφές με τα γιατροσόφια αναφέρονται, επίσης, η δάφνη, το ελαιοσέλινον, η πτελέα, ο έρπυλλος ή αγριοθυμάρι, η γλυκύριζα, το αμπελόπρασον και πολλά άλλα.
Αντίστοιχης σπουδαιότητας θεωρείται και ο Κώδικας περί ύλης του Διοσκουρίδη, που βρίσκεται στη Βιέννη.
Στο ίδιο πνεύμα, αλλά σε αντίθεση με τον Διοσκουρίδη, ο Κώδικας 14 της Βλατάδων δημιουργήθηκε από τον Γαληνό, το δεύτερο σπουδαιότερο γιατρό της αρχαιότητας μετά τον Ιπποκράτη.
Ο κώδικας αυτός θεωρείται από τους πλέον αξιόλογους κώδικες και υπάρχουν ακόμη ερευνητές, γεωπόνοι, φαρμακολόγοι που ασχολούνται με τα γιατροσόφια και αναζητούν σχετικό υλικό στα εν λόγω μικροφίλμ.
Για ένα αρχείο ανεκτίμητης αξίας, μοναδικό στον κόσμο, κάνει λόγο στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο διευθυντής του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών, καθηγητής της Πατρολογίας και Αγιολογίας στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ, Συμεών Πασχαλίδης.
Παρουσιάζοντας την ιστορία της μονής Βλατάδων, όπου βρίσκεται το Ίδρυμα, ο διευθυντής του αναφέρεται στους αδελφούς Βλαττήδες (Δωρόθεο και Μάρκο Βλαττή), μαθητές του Γρηγορίου του Παλαμά, από τους οποίους πήρε το όνομά της η μονή.
Ως χρόνος ίδρυσης του μοναστηριού θεωρείται το 1359, χρονολογία θανάτου του Παλαμά, ο οποίος απεικονίζεται στον τοιχογραφικό διάκοσμο ως άγιος.
Επισημαίνει, άλλωστε, μια παράδοση που αναπτύχθηκε επί Τουρκοκρατίας και αναφέρει ότι σε αυτόν τον τόπο κήρυττε ή διέμενε ο Απόστολος Παύλος, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν αντίστοιχα τεκμήρια από τους ερευνητές.
Η μονή Βλατάδων ήταν τελικά το μοναδικό ανδρώο μοναστήρι στη Θεσσαλονίκη που δεν έγινε τζαμί, γεγονός που ο κ. Πασχαλίδης αποδίδει στα προνόμια που τότε έπαιρναν τα παλαιότερα μοναστήρια, όπως εκείνο της Αγίας Θεοδώρας, που λειτουργεί ως γυναικείο μοναστήρι και υπάρχει σε αυτό σχετικό φιρμάνι υπογεγραμμένο από τον ίδιον τον Μωάμεθ τον Πορθητή.
Όσο για το χαρακτηρισμό του ως Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco, σχολιάζει ότι στο μοναστήρι επιβιώνουν σημαντικά στοιχεία από τη βυζαντινή του ιστορία, μαζί με τον τοιχογραφικό διάκοσμο και το σκευοφυλάκιο με ένα μεγάλο αριθμό εικόνων.