«Έφυγε» από τη ζωή σε ηλικία 68 χρόνων ο Νίκος Μπελογιάννης.
Τις τελευταίες δέκα ημέρες νοσηλευόταν στο «Λαϊκό Νοσοκομείο».
Ήταν χημικός μηχανικός, γιος του ιδεολόγου και αγωνιστή της αριστεράς, Νίκου Μπελογιάννη, που είχε εκτελεστεί το 1952 στο Γουδή, και της Έλλης Παππά, δημοσιογράφου και συγγραφέα, ανιψιός επίσης της εμβληματικής Διδώς Σωτηρίου.
Γεννήθηκε στη φυλακή το 1951. Έναν χρόνο αργότερα εκτελέστηκε ο πατέρας του, ο «Άνθρωπος με το γαρύφαλλο», Νίκος Μπελογιάννης ενώ η μητέρα του Έλλη Παππά αποφυλακίστηκε το 1964. Ο ίδιος μεγάλωσε με την θεία του, Δ. Σωτηρίου. Η Έλλη Παππά, που δεν εκτελέστηκε ως μητέρα βρέφους, παρά το γεγονός ότι αρνήθηκε τη διαφορετική αντιμετώπισή της, στα δεκατρία χρόνια της φυλακής, δημιουργούσε βιβλία για το παιδί. Εκτός από τη συγγραφή και τη διασκευή τους έκανε τις ζωγραφιές και με συναρπαστική λεπτομέρεια αναλάμβανε και τη βιβλιοθεσία τους. Στο χώρο των φυλακών, η Έλλη Παππά και ο γιος της Νίκος Μπελογιάννης βρίσκουν τον τρόπο να επικοινωνούν βαθιά μέσω της ανάγνωσης βιβλίων και να αποκτούν τη συνθήκη ελευθερίας και της συνάντησης με τον άλλον.
Την απώλεια ενός από τους σημαντικότερους ευεργέτες της, του Νίκου Μπελογιάννη, που έφυγε σήμερα σε ηλικία 69 ετών, πενθεί η Εταιρεία Συγγραφέων.
«Ο Νίκος Μπελογιάννης, μαζί με τη θεία του που ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων, τη Διδώ Σωτηρίου, είχαν δωρίσει το σπίτι τους, στην οδό Κοδριγκτώνος 8, στο Υπουργείο Πολιτισμού με την προϋπόθεση να εδρεύει εκεί η Εταιρεία. Έκτοτε, τα γραφεία της Εταιρείας Συγγραφέων φιλοξενούνται στο ιστορικό αυτό διαμέρισμα, στο οποίο, όπως είχε αναφέρει ο Νίκος Μπελογιάννης σε συνέντευξή του ”συγκεντρώνονταν διανοούμενοι της αριστεράς, όπως ο Βάρναλης, η Γαλάτεια Καζαντζάκη, ο Τάσος Βουρνάς, ο Στάθης Δρομάζος, η ‘Αλκη Ζέη και πολλοί καλλιτέχνες” τονίζει σε ανακοίνωση της η Εταιρεία Συγγραφέων παραθέτοντας απόσπασμα από την ίδια συνέντευξη του Νίκου Μπελογιάννη :
«Γεννήθηκα», τόνιζε στην ίδια συνέντευξη, «όταν η μητέρα μου ήταν στις φυλακές του Πειραιά, στην οδό Κάστορος, δίπλα τον σημερινό σταθμό του προαστιακού. Ως γνωστόν η μητέρα μου λόγω της εγκυμοσύνης της δεν εκτελέστηκε. Έμεινα μαζί της μέχρι τριών χρόνων. Το μόνο που θυμάμαι ήταν το σφύριγμα του τρένου της γραμμής Πελοποννήσου, που περνούσε. Τρόμαζα. Αργότερα έμαθα ότι κάποιοι μηχανοδηγοί σφύριζαν για να χαιρετήσουν τις πολιτικές κρατούμενες. Μετά με ανέλαβε η αδελφή της μητέρας μου, η Διδώ Σωτηρίου, η οποία με πήγαινε να τη δω στις φυλακές Αβέρωφ , όπου είχε μεταφερθεί. Καθόμαστε σε ένα τεράστιο προθάλαμο με πάγκους και μιλούσαμε.
Η Διδώ με ανέθρεψε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ήταν αγχωμένη, διότι είχε αναλάβει ένα παιδί στη θέση ενός δικού της που δεν θέλησε ποτέ, γιατί ήταν διαρκώς απασχολημένη με πολλά πράγματα. Αφού δεν είχε καν οικιακό ζώο, γιατί δε προλάβαινε να το φροντίσει. Ξαφνικά ανέλαβε ένα παιδί το οποίο έπρεπε να αναθρέψει «σωστά», σύμφωνα με την κομματική λογική. λόγω του φορτίου που αυτό κουβαλούσε. Έκανε ό,τι μπορούσε για να μην πέσει στην παγίδα, να βρει μια μέση οδό και να με μεγαλώσει με την δέουσα ελευθερία σκέψης και μάθησης. Δεν με ανάγκασε ποτέ να στραφώ προς τον μαρξισμό. Με άφηνε να ανακαλύπτω μόνος μου την πραγματικότητα».
Η υπουργός πολιτισμού ανέφερε για τον θάνατο του Νίκου Μπελογιάννη:
«Το Νίκο θα τον θυμάμαι πάντα, έτσι όπως τον γνώρισα στη διεπιστημονική έρευνά μας της αρχαίας Καρθαίας, στη Τζια. Χαμογελαστός, προσηνής, να δίνει οδηγίες για την προστασία των κιόνων του ναού της «Αθηνάς», σμιλεμένων στον τοπικό εύθρυπτο κογχυλιάτη λίθο. Θα τον θυμάμαι πάντα να συζητάμε -και πολλές φορές να διαφωνούμε- οι τρεις μας, με τον αείμνηστο αρχιτέκτονα μας Αλέκο Παπανικολάου, τις προτάσεις αποκατάστασης της ακρόπολης της κυκλαδίτικης αρχαίας πόλης».