Μέσα Αυγούστου ακόμα με αποτέλεσμα όπως είναι λογικό τα μεγάλα χαρτιά των νέων κυκλοφοριών να μένουν ακόμα στο συρτάρι (έρχονται σύντομα “Όπενχαιμερ” και “Ανατομία μιας πτώσης”, δύο από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς) και αντ’αυτού να βλέπουμε στα θερινά μερικές πολύ δυνατές ακόμα επανεκδόσεις.
Κι αυτά, ενώ η “Barbie” έχει πλέον ξεπεράσει το $1 δις εισπράξεων παγκοσμίως και βαδίζει ολοταχώς προς το κλαμπ των εμπορικότερων ταινιών όλων των εποχών.
Οι ταινίες της εβδομάδας:
Gran Turismo
(Νιλ Μπλόμκαμπ, 2ω15λ)
2.5 / 5
Ένας τρομερά ταλαντούχος παίχτης του βιντεοπαιχνιδιού Gran Turismo αρπάζει την ευκαιρία που δίνεται στους καλύτερους των καλύτερων, να οδηγήσουν αληθινό αυτοκίνητο σε αληθινή πίστα. Θα έχει να αντιμετωπίσει τα δικά του όρια όσο και την καχυποψία όλων των αντιπάλων, που δε θέλουν στα σιρκουί έναν «ψεύτικο» οδηγό, ώστε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
Ο Νιλ Μπλόμκαμπ του “District 9” επιστρέφει 2 χρόνια μετά το χαμένο στο χρόνο “Demonic” (και 8 χρόνια μετά το “Chappie”, αν προτιμάτε) μεταφέροντας στην οθόνη μια αληθινή βιογραφική ιστορία υπό το λάβαρο του Gran Turismo brand με τρόπο που κάνει την ιστορία αλληλένδετη με το προϊόν που όχι ακριβώς διαφημίζει, αλλά περισσότερο εκπροσωπεί.
Ο Μπλόμκαμπ λύνει και δένει την πραγματική ιστορία του Γιαν Μάρτενμπορο όχι μόνο ώστε να γίνει πιο εύκολα καταναλώσιμη ως δραματικό πακέτο (ακόμα κι η χρονική τοποθέτηση ενός τρομακτικού ατυχήματος μετακινείται ώστε να βολέψει το στρογγυλεμένο δραματικό arc), αλλά και για να ταιριάξει περισσότερο με τις επιταγές και το brand της Sony, της Nissan, του ίδιου του Γιαν– διαλέχτε και πάρτε.
Θα μπορούσε να υπάρχει κάτι αληθινά ενδιαφέρον σε αυτή την ιστορία καθώς αποτελεί το προφίλ μιας προσωπικότητας στην αιχμή μιας δραματικής αλλαγής που απασχολεί κάθε σύγχρονο επαγγελματικό τομέα: Η έλευση του «νέου» και το πώς συχνά συνδέεται με νέες, εξωγενείς πλατφόρμες ανάδειξης, από ένα βιντεοπαιχνίδι εδώ μέχρι τα σόσιαλ μίντια αλλού. Ή απλά τη σχέση τεχνολογίας με χειροπιαστή εμπειρία. Ο Μπλόμπκαμπ δεν ενδιαφέρεται για τις πτυχές του στόρι, παρά μόνο για τους μεγάλους τίτλους.
Σκηνοθετεί όμως δυναμικά, με ωραίες οπτικές ιδέες, και ξέροντας τουλάχιστον πώς αυτές τις βασικές δραματικές στροφές να τις πάρει με τον κατάλληλο τρόπο. Η ταινία του είναι απόλυτα διασκεδαστική με έναν «το χαζεύω όποτε το πετύχω στην τηλεόραση» τρόπο, αλλά τελικά σε αντίθεση με τον κεντρικό του ήρωα, ο Μπλόμπαμπ δεν έχει τη διάθεση να οδηγήσει έξω από τις προκαθορισμένες γραμμές της πίστας του. Εντάξει όμως– για κάποιο λόγο είναι κι αυτές εκεί.
Κυκλοφορούν ακόμη
Έρευνα Πάνω Σε Ένα Κρατικό Σκάνδαλο: Ο Εμανουέλ είναι ένας διακεκριμένος δημοσιογράφος στη Γαλλία. Ο Ουμπέρ είναι μια περίεργη προσωπικότητα, που καταφέρνει να ελίσσεται επιδέξια σε επικίνδυνους χώρους της εξουσίας και της πολιτικής. Οι δυο τους θα βρεθούν μπλεγμένοι σε ένα τεράστιο σκάνδαλο ναρκωτικών, όπου εμπλέκονται κρατικοί παράγοντες, αλλά και η ίδια η αστυνομία. Πολιτικό θρίλερ πάνω στο πώς ξεσκεπάστηκε το μεγαλύτερο σκάνδαλο στο Σώμα Δίωξης Ναρκωτικών της Γαλλίας.
Εμείς οι Δύο: Όταν η Μπλανς συναντά τον Γκρεγκουάρ, νομίζει ότι βρήκε τον ιδανικό σύντροφο. Οι δεσμοί που τους δένουν μεγαλώνουν γρήγορα και ακολουθεί μια παθιασμένη σχέση, που οδηγεί στην συγκατοίκηση. Για την Μπλανς, μακριά από την οικογένειά της και τη δίδυμη αδερφή της, Ρόουζ, ξεκινά τώρα μια νέα ζωή. Η απαραίτητη Βιρζινί Εφιρά του μήνα, εδώ δίπλα στον Μελβίλ Πουπό.
Μια του Ψεύτη: Ο Ζερόμ είναι παθολογικός ψεύτης καθώς λέει ψέματα σε όλους, για τα πάντα. Κανείς δεν τον πιστεύει, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να λέει ακόμα περισσότερα ψέματα. Μια μέρα όμως, ο Τζερόμ θα ξυπνήσει για να ανακαλύψει ότι όλα τα ψέματά του, έχουν γίνει πραγματικότητα. Γαλλική κωμωδία.
Η Μικρή Εξωγήινη: Ο εσωστρεφής Άλαν βοηθά τον γείτονά του να ανιχνεύσει ίχνη μιας εξωγήινης παρουσίας και ύστερα από ένα ατύχημα σώζεται στο τσακ από ένα μικρό εξωγήινο κορίτσι, τη Μπρίτνεϊ, η οποία κάνει μια σχολική εργασία για την πρωτόγονη ανθρώπινη φυλή. Τώρα, ο Άλαν πρέπει να τη βοηθήσει να γυρίσει στο σπίτι της. Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων από τη Νορβηγία.
Σε επανέκδοση
Fargo
(Τζόελ & Ίθαν Κοέν, 1ω38λ)
4.5 / 5
Ένας πωλητής αυτοκινήτων στην επαρχιακή Μινεσότα πνίγεται στα χρέη και σκαρώνει ένα καταπληκτικό πλάνο που 100% δε θα πάει τελείως λάθος: Προσλαμβάνει δυο μικροκακοποιούς της κακιάς ώρας να απαγάγουν τη γυναίκα του ώστε να πληρώσει τα λύτρα ο λεφτάς πεθερός. Όλα καλά δηλαδή κι ούτε γάτα ούτε ζημιά, μέχρι της στιγμή που τα πάντα αρχίζουν να πηγαίνουν στραβά κι άνθρωποι να πεθαίνουν, επειδή φυσικά η μόνη σταθερά σε αυτό τον κόσμο είναι η ανθρώπινη βλακεία.
Στο ‘90s απόγειό τους οι Κοέν (“Fargo” και “Μεγάλος Λεμπόφσκι” είναι god tier σερί έργων) παραδίδουν μια από εκείνες τις σπάνιες ταινίες που όχι απλά καθορίζουν ένα είδος αλλά δημιουργούν ένα απολύτως δικό τους υπο-είδος μέσα σε αυτό. Το χιονισμένο νεο-νουάρ τους, φωτογραφημένο με διακριτική τελειότητα από τον Ρότζερ Ντίκινς («εύκολο» να παίζεις με τις σκιές στο κοντράστ φωτός και σκοταδιού, αλλά το νουάρ στις πτυχές του παγωμένου λευκού είναι άλλη πίστα), γίνεται χώρος ανάπτυξης του σύνηθους σατιρικού, σχεδόν σλάπστικ φαταλισμού τους.
Κι είναι μέσα από αυτή τη συλλογή απίστευτων χαρακτήρων που η Μαρτζ της Φράνσις ΜακΝτόρμαντ ξεχωρίζει ως ένας σιωπηλά επαναστατικός χαρακτήρας. Η Μαρτζ πίνει καφέ ασταμάτητα κι είναι ακραία έγκυος, που σε συνδυασμό με την καπατσοσύνη της έχει ως αποτέλεσμα μια ηρωίδα αναπολογητική, αστεία, θαυμαστή. Απόλυτα δίκαιο Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου (αλλά και Σεναρίου), παρέα με ένα βραβείο Σκηνοθεσίας στις Κάννες.
‘Εγκλημα στο Οριάν Εξπρές
(“Murder on the Orient Express”, Σίντνεϊ Λιουμέτ, 2ω8λ)
4 / 5
Συνεχίζοντας με την θεματική του χιονιού, όταν το τρένο που επιβαίνει παγιδεύεται στο χιόνι, ο διάσημος βέλγος ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρώ θα κληθεί να λύσει το αίνιγμα του φόνου που συνέβη το προηγούμενο βράδυ. Υπάρχει μια ακαταμάχητη γοητεία σε ταινίες μυστηρίου όπου τα πάντα κλικάρουν στην θέση τους με την ακρίβεια ελβετικού ρολογιού. Είναι δύσκολο να αντισταθείς στη γοητεία ενός τέλεια εκτελεσμένου whodunnit ακόμα κι αν ξέρεις την –εμβληματική, όπως εδώ– λύση του μυστηρίου. Οι ανακρίσεις, τα ψέματα, οι προσωπικές ιστορίες, τα άλλοθι που καταρρέουν, τα κομμάτια του παζλ που ενώνονται με εντυπωσιακή ακρίβεια, το ένα μετά το άλλο.
Σπάνια ο μηχανισμός του whodunnit λειτούργησε πιο αποτελεσματικά από ό,τι σε αυτή τη διασκευή κλασικής Άγκαθα Κρίστι από τον Σίντνεϊ Λιουμέτ, με ένα σπουδαίο καστ ονομάτων (Λορίν Μπακόλ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Σον Κόνερι, Τζον Γκίλγκουντ, Άντονι Πέρκινς, Βανέσα Ρέντγκρεϊβ, Μάικλ Γιορκ– βασικά το all-star των ‘70s όπως θα το θυμόταν θαμώνας του σινεμά Έμπασυ), ένα υπέροχο σκηνικό που χρησιμοποιεί εναλλάξ την παγωμάρα με τη ζεστασιά, και στο κέντρο όλων έναν απολαυστικό Άλμπερτ Φίνεϊ στη μία του –μα τέλεια– φορά ως Πουαρώ.
O Φίνεϊ προτάθηκε για Όσκαρ Α’ Ανδρικού σε μια από τις θρυλικότερες χρονιές στην ιστορία του θεσμού: ανάμεσα σε αυτόν και στην τριπλέτα Ντάστιν Χόφμαν (“Λένι, ο Βρωμόστομος” του Μπομπ Φόσι), Τζακ Νίκολσον (“Τσάιναταουν”) και Αλ Πατσίνο (“Ο Νονός ΙΙ”) το κέρδισε ο Αρτ Κάρνεϊ για το “Χάρι και Τόντο”. Η ταινία είχε συνολικά 6 υποψηφιότητες, εκ των οποίων τελικά κέρδισε την κατηγορία του Β’ Γυναικείου για τον Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Επάγγελμα: Ρεπόρτερ
(“The Passenger / Professione: Reporter”, Μικελάντζελο Αντονιόνι, 2ω6λ)
4.5 / 5
Ο Ντέιβιντ Λοκ είναι ένας αμερικάνος δημοσιογράφος που μοιάζει κουρασμένο από τον κόσμο και την ύπαρξη. Σε μια επικίνδυνη αποστολή στην Αφρική με στόχο να καλύψει μια τοπική σύγκρουση, ο Λοκ συναντά αδιέξοδα στο στόρι του. Μέχρι που βρίσκει το πτώμα ενός αγνώστους που μοιάζει πολύ με τον ίδιο και τότε παίρνει την ταυτότητά του. Σύντομα όμως θα ανακύψει πως ο άντρας ήταν διακινητής όπλων, κάτι που οδηγεί τον Λοκ σε πολύ επικίνδυνες καταστάσεις που μπορεί από τη μία να τον φέρουν πιο κοντά σε αποκαλύψεις, αλλά από την άλλη φέρνουν αστυνομία και εγκληματίες στο κατόπι του.
Χαμηλών τόνων (σχεδόν μη-τόνων) αριστούργημα από τον Μικελάντζελο Αντονιόνι που ουσιαστικά αποτελεί εκτός από την τελευταία μεγάλη ταινία του κι εκείνη που επιστρέφοντας ξανά πίσω στην προ 15ετίας “Περιπέτεια” στοχάζεται και πάλι πάνω στην ιδέα της ταυτότητας, της απουσίας και του να κινείσαι μέσα σε ένα κόσμο που νιώθεις πως δεν ανήκεις. Υπό μία έννοια ο “Ρεπόρτερ” αποτελεί και την κορύφωση μιας καριέρας γεμάτης αινιγματικών πορτρέτων, ακολουθώντας τον ήρωά του και καδράροντας με μεγαλειώδη τρόπο το πλήρες κινηματογραφικό κενό, έναν αρνητικό φιλμικό χώρο όπου κυριαρχούν οι απουσίες και οι επιθυμίες αποχώρησης.
Το ότι πρωταγωνιστής είναι ο Τζακ Νίκολσον στα μέσα του ‘70s απογείου του (έχει μόλις κάνει “Τσάιναταουν”, πρόκειται να κάνει τη “Φωλιά του Κούκου”) κάνει το εγχείρημα ακόμα πιο υπνωτιστικό– κυρίως επειδή αυτός εδώ είναι ένας αντι-Τζακ Νίκολσον, ένας ηθοποιός σε πλήρη αντίθεση με τις φωναχτές, εμφατικές, ποπ ερμηνείες που καθόρισαν την καριέρα και την περσόνα του. Η σιωπηλή του μετακίνηση εδώ από σκηνή σε σκηνή κάνει τον κόσμο της ταινίας να μοιάζει ακόμα πιο άδειος– ακριβώς επειδή ενστικτωδώς αναζητούμε διαρκώς τον «Τζακ!» σε κάθε σκηνή.
Και, τελοσπάντων, αν όχι για όλα τα παραπάνω, θα άξιζε να δει κανείς στο σινεμά αυτή την ταινία μόνο και μόνο και για την προτελευταία σκηνή, ένα από τα κλασικότερα μονοπλάνα στην ιστορία του σινεμά.
ΠΗΓΗ: news247.gr