Παρά τις δύσκολες συνθήκες (COVID-19) η ανασκαφή στο «υψηλότερο» ανάκτορο της Κρήτης, την Ζώμινθο διενεργήθηκε από την αρχαιολογικά εταιρεία υπό την διευθυνση της Επίτιμης Διευθύντριας Αρχαιοτήτων, Δρ. Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη.
Η φετινή ανασκαφή απέδειξε, ότι το υπάρχον, διώροφο ή και τριώροφο Κεντρικό Κτήριο είχε παλαιότερη χρήση, τουλάχιστον από το 2000 π.Χ. και ότι από το 1700 π.Χ άρχισε να επεκτείνεται στον γύρω χώρο, κάτι που έχει ήδη διαπιστωθεί σε παλαιότερες ανασκαφικές περιόδους, με επιστέγασμα όμως εφέτος την αποκάλυψη των δύο νέων συγκροτημάτων. Εν τέλει προκύπτει, ότι η έρευνα στη βόρεια κλιτύ του λόφου, όπου βρίσκεται το ανάκτορο, δεν έχει εξαντληθεί ανασκαφικά και ότι χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.
Για μία ακόμη φορά αποδεικνύεται, ότι το ανάκτορο της Ζωμίνθου είχε έναν πολιτικό, οικονομικό και θρησκευτικό χαρακτήρα σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του, λόγω και της γειτνίασης με το μεγάλο θρησκευτικό κέντρο του Ιδαίου Άντρου, το οποίο είχε ακτινοβολία στην Ανατολική Μεσόγειο, την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο. Η φετινή ανασκαφή έδειξε, ότι η πρόσβαση προς την βόρεια είσοδο γινόταν ήδη από τα παλαιοανακτορικά χρόνια με μία ράμπα, η οποία κατέληγε σε ισχυρό αναλημματικό τοίχο και η οποία στη συνέχεια επιστρώθηκε άλλες δύο φορές με πλάκες κατά την περίοδο των νέων ανακτόρων . Στον ισχυρό αναλημματικό τοίχο δημιουργήθηκε λοξός, τελετουργικός διάδρομος, που έφθανε στην βόρεια είσοδο. Η χρήση του από την περίοδο των πρώτων ανακτόρων επιβεβαιώνεται από κεραμεική και ιδιαίτερα από τα κύπελλα του τύπου της ΜΜ περιόδου (περί το 1800 π.Χ.), τα οποία είναι χαρακτηριστικά της κνωσιακής αγγειοπλαστικής.
Η διαχρονική ιερότητα του χώρου διαπιστώνεται από την ύπαρξη στον ίδιο χώρο, σε χαμηλότερο επίπεδο και βορειότερα του βωμού, ενός παλαιότερου ιερού της παλαιοανακτορικής περιόδου, στο οποίο αποκαλύφθηκαν αποσπασματικά ειδώλια ανθρώπων και ζώων. Μεταξύ αυτών και ένα ωραίο, γυναικείο ειδώλιο, που ονομάστηκε «Κυρά της Ζώμινθος».