Θυμίζουμε ότι αιφνιδιαστικά τον Σεπτέμβριο του 2019 ο κύριος Μητσοτάκης ανακοίνωσε στη ΔΕΘ ότι τα αρχαία θα αποσπαστούν και θα επανατοποθετηθούν προκειμένου να ολοκληρωθεί ο σταθμός Βενιζέλου και να αποδοθεί συνολικά το μετρό στους επιβάτες το 2023. Δηλαδή και οι 13 σταθμοί, αντί των 12 που επρόκειτο να παραδοθούν το 2021, με τη λύση της κατά χώραν διατήρησης των αρχαιοτήτων που δρομολογήθηκε μετά το 2015. Το μετρό θα μπορούσε να παραδοθεί στους πολίτες τους επόμενους μήνες δηλαδή, πλην του ενός σταθμού.
Πέρα από το κόστος, τις αποζημιώσεις το οποίο έχει φτάσει στα 20 εκατομμύρια ευρώ για καθυστερήσεις, την αργοπορία ολόκληρου του μετρό, σημαντικότερος είναι ο κίνδυνος που διατρέχουν οι αρχαιότητες. Κοινή ομολογία των βυζαντινολόγων, μεμονωμένων προσώπων και διεθνών ενώσεων είναι ότι αντίστοιχο σύνολο της κοσμικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο.
Η λύση της απόσπασης δεν είναι σύμφωνη με τον αρχαιολογικό νόμο, διαταράσσει την αυθεντικότητα του συνόλου, εγκυμονεί τον κίνδυνο να μη γίνει συνολική επανατοποθέτηση, ενώ, σύμφωνα και με τις διεθνείς πρακτικές, «ανακατασκευές μνημείων έχουμε μόνο μετά από καταστροφές», όπως ειπώθηκε χθες. Η πρόταση, δε, χαρακτηρίστηκε από τους ομιλητές «έγκλημα απέναντι στο εύρημα». Οι αρχαιολόγοι του υπουργείου Πολιτισμού πάντως, μόνιμοι και έκτακτοι, δεσμεύτηκαν ότι δεν πρόκειται «να αγγίξουν ούτε μια πέτρα» στην περίπτωση που οδηγηθούν τα πράγματα στην απόσπαση.
Οι ομιλητές εξέφρασαν τους φόβους τους να επιστρέψουν τελικά «ορισμένα κομμάτια», καθώς η μελέτη επανατοποθέτησης «αποτελείται από τεχνική περιγραφή 11 σελίδων και ένα σχέδιο το οποίο δεν έχει ούτε διαστάσεις…». Τόνισαν ότι θα εξαντλήσουν όλα τα νόμιμα μέσα για να μη χαθεί το ζωντανό κομμάτι της Ιστορίας, ο χώρος που διατηρήθηκε ανέπαφος στους αιώνες.
Στη μαραθώνια συνέντευξη Τύπου αναφέρθηκε ότι με την απόσπαση «χάνεται η αυθεντικότητα και η ακεραιότητα του μνημείου σε ένα πλαστό σκηνικό του παρελθόντος» και έτσι θα απολεσθεί η δυνατότητα της χώρας μας για αίτημα ένταξης στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, καθώς αυτή προϋποθέτει την ακεραιότητα του χώρου.